Το ρίσκο είναι συνυφασμένο με το στοίχημα, αλλά και με την ίδια την ζωή. Κάθε επιλογή που κάνουμε στην ζωή και στο στοίχημα, εμπεριέχει –πολλές ή λίγες– πιθανότητες αστοχίας και απώλειας, κάτι που στον τομέα των οικονομικών μεταφράζεται σε απώλεια κεφαλαίου. Τι αντιπροσωπεύει όμως η έννοια του κεφαλαίου και τι μπορεί να μειώσει τις πιθανότητες να το απωλέσουμε;
Το κεφάλαιο, αντιπροσωπεύει την συσσώρευση οικονομικής δύναμης και αποτελεί την παρακαταθήκη, που μας δίνει την δυνατότητα για να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας και να πραγματοποιούμε τις επιθυμίες μας. Το κεφάλαιο έχει ταυτιστεί στην κοινή αντίληψη με την συσσώρευση χρήματος, όμως κεφάλαιο αποτελεί το σύνολο των υλικών πραγμάτων που εμπεριέχουν ανταλλακτική αξία, ή αξία χρήσης. Όσον αφορά τον νομισματικό τομέα, κεφάλαιο αποτελεί και το 1 € και τα 1.000.000 €, αλλά όσο μεγαλύτερο είναι το χρηματικό μας κεφάλαιο, τόσο περισσότερες οικονομικές δυνατότητες μας παρέχει. Όμως με μια ορθολογική διαχείριση, ακόμη και το 1 € μπορεί να γίνει 1.000.000 €, ενώ με απερίσκεπτη διαχείριση το 1.000.000 € μπορεί να μηδενιστεί χωρίς να προλάβουμε να αντιληφθούμε το πως.
Ενώ λοιπόν το ρίσκο είναι αναπόφευκτο στις επιλογές μας, το να διακινδυνεύουμε αλόγιστα το κεφάλαιο μας, αγνοώντας το ρίσκο και τις πιθανότητες απωλειών, ισοδυναμεί με το να καταδικάζουμε εξ’ αρχής σε αποτυχία τον εαυτό μας. Αν ξοδεύουμε την κεφαλαιακή μας παρακαταθήκη σαν να μην υπάρχει αύριο, ή σαν να μην υπάρχει καμιά πιθανότητα αποτυχίας, το αύριο θα φτάσει κάποια στιγμή σε εμάς αλλά το κεφάλαιο μας θα έχει εξανεμιστεί. Είναι απαραίτητο λοιπόν να σεβόμαστε και να εκτιμούμε ανάλογα το κεφάλαιο μας, όσο μικρό ή όσο μεγάλο κι αν είναι.
Ένας ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας λοιπόν, μακροχρόνιας επιτυχίας για τον παίχτη του στοιχήματος, είναι η ορθολογική διαχείριση του στοιχηματικού κεφαλαίου του. Όσο καλές εκτιμήσεις κι αν κάνει κάποιος παίχτης, κι όσο κι αν έχει την εύνοια της τύχης, όταν διαχειρίζεται ανορθολογικά και απερίσκεπτα το στοιχηματικό του κεφάλαιο, θα φτάσει κάποια στιγμή που αυτό θα εξανεμιστεί. Ποιος μπορεί να είναι λοιπόν, ο αντικειμενικός σκοπός στο στοίχημα; Ο αντικειμενικός σκοπός για κάθε μεθοδικό παίχτη, δεν μπορεί να είναι άλλος απ’ το να αυξάνει προοδευτικά το κεφάλαιο του και να κεφαλαιοποιεί σταδιακά το όποιο κέρδος του. Για να το πετύχει αυτό, πρέπει να έχει ένα σαφές πλάνο διαχείρισης κεφαλαίου και να το τηρεί πιστά σε κάθε δεδομένη στιγμή.
Η διαχείριση κεφαλαίου χωρίζεται σε 2 βασικά σκέλη. Το πρώτο σκέλος, είναι η αναλογική σχέση κεφαλαίου και αποταμίευσης, ενώ το δεύτερο σκέλος αφορά την διασπορά του ρίσκου σε διάφορες επιλογές, ανάλογα με το δεδομένο ρίσκο που εμπεριέχουν αυτές οι επιλογές.
Το πρώτο σκέλος, έχει να κάνει με το μέγεθος της αποταμίευσης σε κάθε δεδομένη στιγμή, σε σχέση με το μέγεθος του κεφαλαίου που διαθέτουμε. Το μέγεθος της αποταμίευσης, διαμορφώνεται απ’ το συνολικό μέγεθος του κεφαλαίου που διαθέτουμε. Όσο μεγαλώνει το μέγεθος του κεφαλαίου μας, τόσο μεγαλώνει η αναλογία της κεφαλαιακής αποταμίευσης, κατ’ αντιστοιχία με τα ποσά που εκθέτουμε στο ρίσκο. Αν για παράδειγμα, το κεφάλαιο μας αποτελείται από μια μόνο νομισματική μονάδα, δηλαδή 1 €, φαίνεται λογικό να ρισκάρουμε ατόφιο το 100% του κεφαλαίου μας, εφόσον δεν έχουμε και πολλά να χάσουμε. Αν υποθέσουμε όμως, πως το μέγεθος του κεφαλαίου μας έχει φτάσει τις 1.000.000 μονάδες, δεν φαίνεται λογικό να εκθέσουμε στο ρίσκο και πάλι το 100% του κεφαλαίου, εφόσον σ’ αυτήν την περίπτωση η πιθανή απώλεια θα είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με την πρώτη. Ακόμη κι αν χάσουμε το 1 €, μπορούμε να το ξαναβρούμε πολύ εύκολα, ίσως ακόμη και τυχαία περπατώντας στον δρόμο, όμως 1.000.000 € δεν τα ξαναβρίσκουμε εύκολα.
Ξεκινάμε λοιπόν, έχοντας ως βάση την νομισματική μονάδα, που αποτελεί συνάμα και την πρωταρχική κεφαλαιακή μονάδα. Στην περίπτωση μας, πρωταρχική μονάδα είναι το 1 €. Όσον αφορά την διαχείριση του χρηματικού κεφαλαίου, ακολουθούμε μεθοδικά ένα δεκαδικό μοτίβο διαχείρισης. Σε κάθε δεδομένη στιγμή, ο στόχος μας πρέπει να είναι ο δεκαπλασιασμός της αρχικής, κεφαλαιακής μας μονάδας. Προοδευτικά, όταν καταφέρουμε να δεκαπλασιάσουμε την αρχική μας κεφαλαιακή μονάδα, αυξάνουμε το μέγεθος της αποταμίευσης, κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες (10%) επί του διαθέσιμου κεφαλαίου μας. Συνάμα, κάθε φορά που δεκαπλασιάζουμε την κεφαλαιακή μας μονάδα, αναθεωρούμε ως νέα κεφαλαιακή μας μονάδα, το δεκαπλάσιο της προηγούμενης.
Ας το δούμε με ένα παράδειγμα. Έστω λοιπόν, πως το αρχικό μας κεφάλαιο για το στοίχημα είναι 1 €, όταν καταφέρουμε να το δεκαπλασιάσουμε, αυξάνοντας το σε 10 €, έχουμε φτάσει προοδευτικά στο σημείο όπου αποταμιεύουμε το 10% του κεφαλαίου (1 €) και συνεχίζουμε την διαδικασία, έχοντας πια ως νέα κεφαλαιακή μας μονάδα τα 10 €. Όταν καταφέρουμε να δεκαπλασιάσουμε τα 10 €, φτάνουμε δηλαδή προοδευτικά στα 100 €, προσθέτουμε ακόμη 10% στο υπάρχων ποσοστό αποταμίευσης, φτάνουμε δηλαδή στο 20% αποταμίευσης κεφαλαίου (20 €) και συνεχίζουμε έχοντας πια ως νέα κεφαλαιακή μας μονάδα τα 100 €. Όταν καταφέρουμε να δεκαπλασιάσουμε τα 100 €, φτάνουμε δηλαδή στο σημείο να κερδίζουμε προοδευτικά 1.000 €, έχουμε φτάσει ξανά στο σημείο, όπου προσθέτουμε ακόμη 10% στο ποσοστό αποταμίευσης, δηλαδή αποταμιεύουμε πλέον το 30% του κεφαλαίου (300 €) και συνεχίζουμε έχοντας ως νέα κεφαλαιακή μας μονάδα τα 1.000 €. Εφόσον καταφέρουμε να δεκαπλασιάσουμε και τα 1.000 €, φτάνουμε δηλαδή να κερδίζουμε προοδευτικά 10.000 €, έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο όπου αποταμιεύουμε το 40% του κεφαλαίου (4.000 €) και συνεχίζουμε έχοντας ως νέα κεφαλαιακή μας μονάδα τα 10.000 €. Η διαδικασία συνεχίζεται ούτω καθ’ εξής και όσο οι κεφαλαιακές μας μονάδες δεκαπλασιάζονται, προσθέτουμε 10% επιπλέον στο ποσοστό της αποταμίευσης μας. Προφανώς, σε περιόδους αρνητικών κερδών, αντιστρέφουμε ανάλογα την διαδικασία. Παρακάτω παρατίθεται ένας αναλυτικός πίνακας διαχείρισης κεφαλαίου, με τις αναλογίες της αποταμίευσης και των ποσών που μπορούμε να ρισκάρουμε σε κάθε δεδομένη στιγμή. Σ’ αυτόν παρατηρούμε, ότι καθώς το διαθέσιμο κεφάλαιο αυξάνεται προοδευτικά, αυξάνεται μεν το ποσό του στοιχηματισμού, αλλά συνάμα αυξάνεται και η αναλογία της αποταμίευσης επί του κεφαλαίου, κεφαλαιοποιώντας έτσι προοδευτικά τα όποια κέρδη.
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
|
||||||
Α/Α
|
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
|
B E T
|
ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΗ
|
|||
%
|
ΠΟΣΟ
|
|||||
1
|
1,00 €
|
100,0%
|
1,00 €
|
0,00 €
|
||
2
|
2,00 €
|
98,9%
|
2,00 €
|
0,00 €
|
||
3
|
3,00 €
|
97,8%
|
2,90 €
|
0,10 €
|
||
4
|
4,00 €
|
96,7%
|
3,90 €
|
0,10 €
|
||
5
|
5,00 €
|
95,6%
|
4,80 €
|
0,20 €
|
||
6
|
6,00 €
|
94,4%
|
5,70 €
|
0,30 €
|
||
7
|
7,00 €
|
93,3%
|
6,50 €
|
0,50 €
|
||
8
|
8,00 €
|
92,2%
|
7,40 €
|
0,60 €
|
||
9
|
9,00 €
|
91,1%
|
8,20 €
|
0,80 €
|
||
10
|
10,00 €
|
90,0%
|
9,00 €
|
1,00 €
|
||
11
|
20,00 €
|
88,9%
|
18,00 €
|
2,00 €
|
||
12
|
30,00 €
|
87,8%
|
26,00 €
|
4,00 €
|
||
13
|
40,00 €
|
86,7%
|
35,00 €
|
5,00 €
|
||
14
|
50,00 €
|
85,6%
|
43,00 €
|
7,00 €
|
||
15
|
60,00 €
|
84,4%
|
51,00 €
|
9,00 €
|
||
16
|
70,00 €
|
83,3%
|
58,00 €
|
12,00 €
|
||
17
|
80,00 €
|
82,2%
|
66,00 €
|
14,00 €
|
||
18
|
90,00 €
|
81,1%
|
73,00 €
|
17,00 €
|
||
19
|
100,00 €
|
80,0%
|
80,00 €
|
20,00 €
|
||
20
|
200,00 €
|
78,9%
|
160,00 €
|
40,00 €
|
||
21
|
300,00 €
|
77,8%
|
235,00 €
|
65,00 €
|
||
22
|
400,00 €
|
76,7%
|
305,00 €
|
95,00 €
|
||
23
|
500,00 €
|
75,6%
|
380,00 €
|
120,00 €
|
||
24
|
600,00 €
|
74,4%
|
445,00 €
|
155,00 €
|
||
25
|
700,00 €
|
73,3%
|
515,00 €
|
185,00 €
|
||
26
|
800,00 €
|
72,2%
|
580,00 €
|
220,00 €
|
||
27
|
900,00 €
|
71,1%
|
640,00 €
|
260,00 €
|
||
28
|
1.000,00 €
|
70,0%
|
700,00 €
|
300,00 €
|
||
29
|
2.000,00 €
|
68,9%
|
1.380,00 €
|
620,00 €
|
||
30
|
3.000,00 €
|
67,8%
|
2.035,00 €
|
965,00 €
|
||
31
|
4.000,00 €
|
66,7%
|
2.665,00 €
|
1.335,00 €
|
||
32
|
5.000,00 €
|
65,6%
|
3.280,00 €
|
1.720,00 €
|
||
33
|
6.000,00 €
|
64,4%
|
3.865,00 €
|
2.135,00 €
|
||
34
|
7.000,00 €
|
63,3%
|
4.435,00 €
|
2.565,00 €
|
||
35
|
8.000,00 €
|
62,2%
|
4.980,00 €
|
3.020,00 €
|
||
36
|
9.000,00 €
|
61,1%
|
5.500,00 €
|
3.500,00 €
|
||
37
|
10.000,00 €
|
60,0%
|
6.000,00 €
|
4.000,00 €
|
||
38
|
20.000,00 €
|
58,9%
|
11.800,00 €
|
8.200,00 €
|
||
39
|
30.000,00 €
|
57,8%
|
17.300,00 €
|
12.700,00 €
|
||
40
|
40.000,00 €
|
56,7%
|
22.700,00 €
|
17.300,00 €
|
||
41
|
50.000,00 €
|
55,6%
|
27.800,00 €
|
22.200,00 €
|
||
42
|
60.000,00 €
|
54,4%
|
32.700,00 €
|
27.300,00 €
|
||
43
|
70.000,00 €
|
53,3%
|
37.300,00 €
|
32.700,00 €
|
||
44
|
80.000,00 €
|
52,2%
|
41.800,00 €
|
38.200,00 €
|
||
45
|
90.000,00 €
|
51,1%
|
46.000,00 €
|
44.000,00 €
|
||
46
|
100.000,00 €
|
50,0%
|
50.000,00 €
|
50.000,00 €
|
||
47
|
200.000,00 €
|
48,9%
|
98.000,00 €
|
102.000,00 €
|
||
48
|
300.000,00 €
|
47,8%
|
143.000,00 €
|
157.000,00 €
|
||
49
|
400.000,00 €
|
46,7%
|
187.000,00 €
|
213.000,00 €
|
||
50
|
500.000,00 €
|
45,6%
|
228.000,00 €
|
272.000,00 €
|
||
51
|
600.000,00 €
|
44,4%
|
267.000,00 €
|
333.000,00 €
|
||
52
|
700.000,00 €
|
43,3%
|
303.000,00 €
|
397.000,00 €
|
||
53
|
800.000,00 €
|
42,2%
|
338.000,00 €
|
462.000,00 €
|
||
54
|
900.000,00 €
|
41,1%
|
370.000,00 €
|
530.000,00 €
|
||
55
|
1.000.000,00 €
|
40,0%
|
400.000,00 €
|
600.000,00 €
|
||
56
|
2.000.000,00 €
|
38,9%
|
780.000,00 €
|
1.220.000,00 €
|
||
57
|
3.000.000,00 €
|
37,8%
|
1.130.000,00 €
|
1.870.000,00 €
|
||
58
|
4.000.000,00 €
|
36,7%
|
1.470.000,00 €
|
2.530.000,00 €
|
||
59
|
5.000.000,00 €
|
35,6%
|
1.780.000,00 €
|
3.220.000,00 €
|
||
60
|
6.000.000,00 €
|
34,4%
|
2.070.000,00 €
|
3.930.000,00 €
|
||
61
|
7.000.000,00 €
|
33,3%
|
2.330.000,00 €
|
4.670.000,00 €
|
||
62
|
8.000.000,00 €
|
32,2%
|
2.580.000,00 €
|
5.420.000,00 €
|
||
63
|
9.000.000,00 €
|
31,1%
|
2.800.000,00 €
|
6.200.000,00 €
|
||
64
|
10.000.000,00 €
|
30,0%
|
3.000.000,00 €
|
7.000.000,00 €
|
||
65
|
20.000.000,00 €
|
28,9%
|
5.800.000,00 €
|
14.200.000,00 €
|
||
66
|
30.000.000,00 €
|
27,8%
|
8.300.000,00 €
|
21.700.000,00 €
|
||
67
|
40.000.000,00 €
|
26,7%
|
10.700.000,00 €
|
29.300.000,00 €
|
||
68
|
50.000.000,00 €
|
25,6%
|
12.800.000,00 €
|
37.200.000,00 €
|
||
69
|
60.000.000,00 €
|
24,4%
|
14.700.000,00 €
|
45.300.000,00 €
|
||
70
|
70.000.000,00 €
|
23,3%
|
16.300.000,00 €
|
53.700.000,00 €
|
||
71
|
80.000.000,00 €
|
22,2%
|
17.800.000,00 €
|
62.200.000,00 €
|
||
72
|
90.000.000,00 €
|
21,1%
|
19.000.000,00 €
|
71.000.000,00 €
|
||
73
|
100.000.000,00 €
|
20,0%
|
20.000.000,00 €
|
80.000.000,00 €
|
||
74
|
200.000.000,00 €
|
18,9%
|
37.800.000,00 €
|
162.200.000,00 €
|
||
75
|
300.000.000,00 €
|
17,8%
|
53.000.000,00 €
|
247.000.000,00 €
|
||
76
|
400.000.000,00 €
|
16,7%
|
67.000.000,00 €
|
333.000.000,00 €
|
||
77
|
500.000.000,00 €
|
15,6%
|
78.000.000,00 €
|
422.000.000,00 €
|
||
78
|
600.000.000,00 €
|
14,4%
|
87.000.000,00 €
|
513.000.000,00 €
|
||
79
|
700.000.000,00 €
|
13,3%
|
93.000.000,00 €
|
607.000.000,00 €
|
||
80
|
800.000.000,00 €
|
12,2%
|
98.000.000,00 €
|
702.000.000,00 €
|
||
81
|
900.000.000,00 €
|
11,1%
|
100.000.000,00 €
|
800.000.000,00 €
|
||
82
|
1.000.000.000,00 €
|
10,0%
|
100.000.000,00 €
|
900.000.000,00 €
|
||
83
|
2.000.000.000,00 €
|
9,7%
|
190.000.000,00 €
|
1.810.000.000,00 €
|
||
84
|
3.000.000.000,00 €
|
9,4%
|
280.000.000,00 €
|
2.720.000.000,00 €
|
||
85
|
4.000.000.000,00 €
|
9,2%
|
370.000.000,00 €
|
3.630.000.000,00 €
|
||
86
|
5.000.000.000,00 €
|
8,9%
|
440.000.000,00 €
|
4.560.000.000,00 €
|
||
87
|
6.000.000.000,00 €
|
8,6%
|
520.000.000,00 €
|
5.480.000.000,00 €
|
||
88
|
7.000.000.000,00 €
|
8,3%
|
580.000.000,00 €
|
6.420.000.000,00 €
|
||
89
|
8.000.000.000,00 €
|
8,1%
|
640.000.000,00 €
|
7.360.000.000,00 €
|
||
90
|
9.000.000.000,00 €
|
7,8%
|
700.000.000,00 €
|
8.300.000.000,00 €
|
||
91
|
10.000.000.000,00 €
|
7,5%
|
750.000.000,00 €
|
9.250.000.000,00 €
|
||
92
|
20.000.000.000,00 €
|
7,2%
|
1.440.000.000,00 €
|
18.560.000.000,00 €
|
||
93
|
30.000.000.000,00 €
|
6,9%
|
2.080.000.000,00 €
|
27.920.000.000,00 €
|
||
94
|
40.000.000.000,00 €
|
6,7%
|
2.670.000.000,00 €
|
37.330.000.000,00 €
|
||
95
|
50.000.000.000,00 €
|
6,4%
|
3.190.000.000,00 €
|
46.810.000.000,00 €
|
||
96
|
60.000.000.000,00 €
|
6,1%
|
3.670.000.000,00 €
|
56.330.000.000,00 €
|
||
97
|
70.000.000.000,00 €
|
5,8%
|
4.080.000.000,00 €
|
65.920.000.000,00 €
|
||
98
|
80.000.000.000,00 €
|
5,6%
|
4.440.000.000,00 €
|
75.560.000.000,00 €
|
||
99
|
90.000.000.000,00 €
|
5,3%
|
4.750.000.000,00 €
|
85.250.000.000,00 €
|
||
100
|
100.000.000.000,00 €
|
5,0%
|
5.000.000.000,00 €
|
95.000.000.000,00 €
|
Το δεύτερο σκέλος της διαχείρισης κεφαλαίου, έχει να κάνει με την αναλογία της διασποράς του ρίσκου, σε διάφορες στοιχηματικές επιλογές, δηλαδή με το ποσό που αναλογεί για στοιχηματισμό, σε κάθε δεδομένη επιλογή που εμπεριέχει ρίσκο. Πως μπορούμε να διασπείρουμε ορθολογικά το ρίσκο μας; Μήπως ποντάροντας ισόποσα και δίχως καμία διάκριση, σε όλες τις διαθέσιμες στοιχηματικές επιλογές; Όχι! Το ποσό που αναλογεί ξεχωριστά σε κάθε μας επιλογή, είναι ανάλογο με τις πιθανότητες επαλήθευσης που αποδίδουμε σ’ αυτήν. Αν υπήρχε κάποια επιλογή που να μας προσφέρει 100% πιθανότητες επαλήθευσης, δηλαδή την απόλυτη σιγουριά, τότε θα μπορούσαμε χωρίς ενδοιασμούς, να ποντάρουμε σ’ αυτήν ατόφιο το κεφάλαιο μας, καθώς δεν θα υπήρχε κανένα απολύτως ρίσκο να το χάσουμε. Στο στοίχημα όμως –και γενικότερα στην ζωή–, δεν υπάρχει καμία εγγύηση 100% επιτυχίας, για καμία επιλογή. Αντίθετα, για κάθε δεδομένη επιλογή, υπάρχει αβεβαιότητα κι ένα ανάλογα μικρό ή μεγάλο ποσοστό αποτυχίας, δηλαδή ένα μικρό ή μεγάλο ρίσκο, γι’ αυτό άλλωστε, σε κάθε στοιχηματική επιλογή, αντιστοιχούν οι άλλοτε μεγάλες, κι οι άλλοτε μικρές αποδόσεις πιθανού κέρδους. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεν είναι ορθολογικό να ποντάρουμε ισόποσα σε 5 διαφορετικές επιλογές, των οποίων οι θεωρητικές πιθανότητες επαλήθευσης διαφέρουν μεταξύ τους, π.χ. 80%, 60%, 50%, 40% και 30% πιθανότητες αντίστοιχα. Αντίθετα, όσο περισσότερες πιθανότητες επαλήθευσης προκύπτουν για μια επιλογή, αναλόγως μεγαλύτερο πρέπει να είναι και το ποσό που ποντάρουμε σ’ αυτό.
Όμως αυτό το κριτήριο, δεν καθορίζει από μόνο του τις αναλογίες για την ορθολογική διασπορά του ρίσκου. Κι αυτό, γιατί ακόμη κι αν ή δική μας κατανομή πιθανοτήτων στα διάφορα ενδεχόμενα, είναι απόλυτα σωστή, όταν οι αποδόσεις για την επαλήθευση τους είναι χαμηλότερες των πραγματικών τους πιθανοτήτων, τότε μακροπρόθεσμα θα βγούμε ζημιωμένοι. Ο παράγοντας λοιπόν, των θεωρητικών πιθανοτήτων επαλήθευσης μια επιλογής, συνδυάζεται πάντοτε με την απόδοση που αυτή μας προσφέρεται, δηλαδή κατά πόσο η προσφερόμενη απόδοση εμπεριέχει στοιχηματική αξία ή όχι, σε σχέση με τις πιθανότητες που εμείς της αποδίδουμε. Όσο μεγαλύτερη είναι η στοιχηματική αξία (value bet) μιας επιλογής, δηλαδή όσο θετικότερη απόδοση έχει, σε σχέση με τις πιθανότητες που της αποδίδουμε, αναλόγως μεγαλύτερο πρέπει να είναι και το ποσό που ποντάρουμε σ’ αυτήν. Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως έχουμε στην διάθεση μας 4 διαφορετικές επιλογές, για τις οποίες έχουμε υπολογίσει τις ίδιες πιθανότητες επαλήθευσης, για παράδειγμα 55%. Η αντικειμενική απόδοση, που αντιστοιχεί στις 55% πιθανότητες, είναι 1,82 (1 ÷ 0,55), όμως αυτά τα 4 ενδεχόμενα, μας προσφέρονται απ’ τις στοιχηματικές εταιρίες με διαφορετικές αποδόσεις, μεγαλύτερες ή μικρότερες της αντικειμενικής, π.χ. 2,00, 1,90, 1,80 και 1,60. Σ’ αυτήν την περίπτωση, απ’ την μια είναι ζημιογόνο το ποντάρισμα στα ενδεχόμενα που προσφέρονται με μικρότερη απόδοση της πραγματικής τους αξίας, οπότε η επιλογή τους πρέπει να απορριφθεί, ενώ απ’ την άλλη όσο μεγαλύτερη απόδοση έχει ένα σημείο με τις ίδιες πιθανότητες, τόσο μεγαλύτερη είναι η στοιχηματική του αξία (value bet), οπότε αντίστοιχα μεγαλύτερο πρέπει να είναι και το ποσό πονταρίσματος που αναλογεί σ’ αυτό, σε αντιπαράθεση με τα υπόλοιπα.
Υπάρχει κάποια μέθοδος υπολογισμού, για να βρούμε την αναλογία και τα ποσά της διασποράς του ρίσκου σε διάφορες επιλογές; Ασφαλώς και υπάρχει. Μία πολύ γνωστή μέθοδος υπολογισμού, είναι το κριτήριο Kelly, ένας μαθηματικός τύπος που μας υποδεικνύει το ποσοστό του bet σε σχέση με τις πιθανότητες επαλήθευσης και την απόδοση της επιλογής μας. Εδώ τώρα θα παρουσιαστεί, μια παρεμφερής μέθοδος υπολογισμού, που θα την ονομάσουμε κριτήριο Α.Κ., το οποίο επίσης λαμβάνει υπόψιν τις πιθανότητες επαλήθευσης και την απόδοση της επιλογής μας. Ο υπολογιστικός τύπος του κριτηρίου Α.Κ., που εφαρμόζεται ώστε να μας υποδείξει το ορθολογικό ποσό στοιχηματισμού, για κάθε δεδομένη μας επιλογή, είναι ο ακόλουθος: Σ = [Π + {(Π × Α)² × (1-Π²)}] × {Κ ÷ (Δ
× (1-Π)}
Σ = Το ποσό στοιχηματισμού για την
επιλογή μας.
Π = Οι πιθανότητες επαλήθευσης που
υπολογίσαμε για την επιλογή μας.
Α = Η προσφερόμενη απόδοση για την
επιλογή μας.
Κ = Το ποσό του διαθέσιμου για στοιχηματισμό κεφαλαίου.
Δ = Ο αριθμός στοιχημάτων που θα διασπείρουμε το ρίσκο. Ο αριθμός των στοιχημάτων, καθορίζεται από εμάς και το κεφάλαιο που διαθέτουμε προς στοιχηματισμό, συνιστάται όμως να είναι τουλάχιστον 100, εφόσον το κεφάλαιο μας μπορεί να καλύψει τόσα στοιχήματα.
Ας παραθέσουμε ένα
παράδειγμα για να καταλάβουμε καλύτερα την συγκεκριμένη μεθοδολογία διαχείρισης
του στοιχηματικού μας (και όχι μόνο) κεφαλαίου. Έστω πως έχουμε στοιχηματικό
κεφάλαιο 100 €. Παραπάνω είδαμε πως έχοντας κεφάλαιο 100 €, θα πρέπει να
αποταμιεύσουμε το 20% από αυτό. Αυτό σημαίνει πως μας απομένουν 80 € διαθέσιμο
κεφάλαιο για να στοιχηματίσουμε σε διάφορες επιλογές. Για τις ανάγκες του παραδείγματος μας, έστω πως έχουμε στην διάθεση μας 5 στοιχηματικές προσφορές, στις οποίες σκεφτόμαστε να ποντάρουμε. Έχουμε λοιπόν στην διάθεση μας, την 1η επιλογή για την οποία
υπολογίσαμε 85% πιθανότητες και μας προσφέρεται με απόδοση 1,40,
την 2η
επιλογή για την οποία υπολογίσαμε 60% πιθανότητες και μας προσφέρεται με
απόδοση 1,70, την 3η επιλογή για την οποία υπολογίσαμε 50%
πιθανότητες και μας προσφέρεται με απόδοση 2,10, την 4η
επιλογή για την οποία υπολογίσαμε 45% πιθανότητες και μας προσφέρεται με
απόδοση 2,15 και την 5η
επιλογή για την οποία υπολογίσαμε 40% πιθανότητες και μας προσφέρεται με
απόδοση 2,80.
Με βάση αυτά τα δεδομένα
προκύπτουν τα ποσά στοιχηματισμού για όλες τις διαθέσιμες επιλογές:
1η επιλογή ► [0,85 + {(0,85 × 1,40)² × (1 - 0,85²)}] × [80 ÷ {100 × (1 - 0,85)}] = 4,93 €
2η επιλογή ► [0,60 + {(0,60 × 1,70)² × (1 - 0,60²)}] × [80 ÷ {100 × (1 - 0,60)}] = 1,72 €
3η επιλογή ► [0,50 + + {(0,50 × 2,10)² × (1 - 0,50²)}] × [80 ÷ {100 × (1 - 0,50)}] = 1,57 €
4η επιλογή ► [0,45 + {(0,45 × 2,15)² × (1 - 0,45²)}] × [80 ÷ {100 × (1 - 0,45)}] = 1,25 €
5η επιλογή ► [0,40 + {(0,40 × 2,80)² × (1 - 0,40²)}] × [80 ÷ {100 × (1 - 0,40)}] = 1,57 €
Φυσικά για να λειτουργήσει αποτελεσματικά η διαχείριση κεφαλαίου, χρειάζεται να έχουμε ένα ποσοστό επαλήθευσης για τις επιλογές μας, τουλάχιστον ανάλογο ή μεγαλύτερο από τις πιθανότητες που υπολογίζουμε και αυτό να καλύπτεται από τις προσφερόμενες αποδόσεις των σημείων. Αν στο σύνολο τους οι επαληθευμένες επιλογές μας δεν καλύπτονται από τις αποδόσεις των κερδών τους, τότε στο συνολικό μας τζίρο θα καταγράφουμε ζημίες αντί για κέρδη. Οπότε είναι πάντοτε προτιμητέο, ανάλογα με τις περιστάσεις, με τις διαθέσιμες επιλογές και με την κρίση μας, να προτιμούμε σημεία με αυξημένη στοιχηματική αξία (value bet) και να απορρίπτουμε σημεία με αρνητική αξία, ούτως ώστε να υπερνικούμε και την γκανιότα της εκάστοτε στοιχηματικής εταιρίας.
Μπορούμε να εφαρμόσουμε πολύ εύκολα αυτό το μοντέλο διαχείρισης κεφαλαίου, δημιουργώντας ένα υπολογιστικό αρχείο στον υπολογιστή μας. Σε αυτό το αρχείο μπορούμε να αντιγράψουμε κατ’ αρχήν τον πίνακα διαχείρισης κεφαλαίου, για γνωρίζουμε την απαιτούμενη αποταμίευση σε κάθε δεδομένη στιγμή ανάλογα με το κεφάλαιο μας. Έπειτα μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν νέο πίνακα για τις στοιχηματικές μας επιλογές, καταχωρώντας σε αυτόν τις μαθηματικές συναρτήσεις που παρατέθηκαν εδώ, ώστε να γνωρίζουμε τι ποσό να ποντάρουμε σε κάθε μας στοιχηματική επιλογή. Με αυτόν τον τρόπο θα έχουμε στα χέρια μας ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για να διαχειριστούμε αποτελεσματικά το στοιχηματικό μας κεφάλαιο και για να το βλέπουμε να μεγαλώνει προοδευτικά.
Η επιτυχία στο στοίχημα, είναι κατά βάση μια συνάρτηση ορθολογισμού και μεθοδικότητας. Εφαρμόζοντας με
συνέπεια αυτά που έμαθες, μπορείς να είσαι βέβαιος και για την δική σου
επιτυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου